Το κοινωνικό στερεότυπο που επικρατούσε για αιώνες πως οι (σωστοί/σκληροί κ.λπ) άντρες ποτέ δεν κλαίνε, έχει καταρριφθεί εδώ και πολλά χρόνια, αφού φυσικά και οι άνδρες δακρύζουν και εκφράζουν συναισθήματα με δάκρυα, όμως μια έρευνα που έγινε για το συναισθηματικό κλάμα, εντόπισε γιατί οι άνδρες όντως κλαίνε λιγότερο σε σύγκριση με τις γυναίκες.
. Την συχνότητα και την ένταση του κλάματος στα δύο φύλα έχουν διερευνήσει στην μεγαλύτερη του είδους μελέτη ολλανδοί επιστήμονες, με επικεφαλής τον δρα Αντ Βίνγκερχοετς, καθηγητή Ψυχολογίας στο Τμήμα Κοινωνικών & Συμπεριφορικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Τίλμπουργκ.
Το κλάμα που έχουν μελετήσει οι ερευνητές είναι το συναισθηματικό, δηλαδή αυτό που απορρέει από συγκίνηση, θλίψη, χαρά και κάθε είδους συναίσθημα και όχι από άλλους παράγοντες όπως για παράδειγμα ο σωματικός πόνος. Ο δρ Βίνγκερχοετς, που θεωρείται παγκοσμίως αυθεντία στο συναισθηματικό κλάμα, και οι συνεργάτες του ζήτησαν από περισσότερους από 5.000 εθελοντές από 37 χώρες του κόσμου να απαντήσουν σε ερωτήματα για τις συναισθηματικές αντιδράσεις τους, που συμπεριλάμβαναν πόσο συχνά κλαίνε, για ποιους λόγους και επί πόση ώρα. Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, οι γυναίκες κλαίνε 30 έως 64 φορές τον χρόνο (οι άντρες 6 έως 17 φορές) και επί περισσότερη ώρα από τους άντρες (6 λεπτά την φορά κατά μέσον όρο έναντι 2-3 λεπτών στους άντρες).Συνολικά, το 90% των ανδρών δήλωσαν ότι ούτε κατά διάνοιαν υπερβαίνει το κλάμα τους σε διάρκεια τα 15 λεπτά, με το 66% να δηλώνουν πως διαρκεί λιγότερο από 5’.
Αν και το αντίστοιχο ποσοστό στις γυναίκες είναι παραπλήσιο (91% είπαν πως δεν κλαίνε πάνω από 15 λεπτά), μόνο το 43% είπαν ότι σταματούν το κλάμα σε λιγότερο από 5 λεπτά. Την μισή ώρα κλάματος, εξάλλου, φτάνουν διπλάσιες γυναίκες απ’ ό,τι άντρες (11% έναντι 5%), ενώ διπλάσιες είναι και όσες κλαίνε από μισή έως μία ώρα, καθώς και όσες υπερβαίνουν την ώρα. Ένας από τους λόγους είναι η ανατροφή, απαντούν οι επιστήμονες. Το κλάμα δεν ταιριάζει στο στερεότυπο του άντρα και γενιές ολόκληρες έχουν γαλουχηθεί (ενίοτε από την… νεογνική ηλικία) με το «οι άντρες δεν κλαίνε». Αυτή, όμως, είναι μονάχα η μία εξήγηση για τη διαφορά ανάμεσα στα δύο φύλα, κατά τον δρα Βίνγκερχοετς. Ρόλο ως φαίνεται παίζει και το γεγονός ότι οι άντρες είναι βιολογικώς σχεδιασμένοι να κλαίνε λιγότερο.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι έχουν μεγαλύτερους δακρυϊκούς πόρους στα μάτια τους, με αποτέλεσμα αυτοί να γεμίζουν με δάκρυα και να «υπερχειλίζουν» πιο δύσκολα απ’ ό,τι στις γυναίκες (η υπερχείλιση αυτή είναι τα δάκρυα που βλέπουμε). Και μετά, είναι οι διαφορές στις ορμόνες. Η κύρια ορμόνη του ανδρικού φύλου, η τεστοστερόνη, αναστέλλει το κλάμα, γράφει ο δρ Βίνγκερχοετς στο βιβλίο του «Why Only Humans Weep» (θα μπορούσε να μεταφραστεί «Γιατί κλαίνε μόνο οι άνθρωποι»), που κυκλοφόρησε πριν από λίγα χρόνια. Ίσως γι’ αυτό γίνονται ευσυγκίνητοι οι άντρες με καρκίνο του προστάτη οι οποίοι παίρνουν αντιανδρογόνα, δηλαδή φάρμακα που μειώνουν τα επίπεδα της τεστοστερόνης στο αίμα τους, λέει.
Καθοριστικός είναι επίσης ο ρόλος μιας ορμόνης, που οι γυναίκες διαθέτουν σε επίπεδα κατά 60% υψηλότερα απ’ ό,τι ο μέσος άντρας: της προλακτίνης. Όταν οι επιστήμονες ανέλυσαν την χημική σύσταση των συναισθηματικών δακρύων και την συνέκριναν με την σύσταση των ερεθιστικών δακρύων (τα δάκρυα οφείλονταν στην ύπαρξη καπνού στον χώρο του πειράματος), εντόπισαν στα συναισθηματικά δάκρυα προλακτίνη – και η προλακτίνη παράγεται από μια δομή του εγκεφάλου που λέγεται υπόφυση και σχετίζεται με τα συναισθήματα.