Η υψηλής έντασης διαλειμματική άσκηση, γνωστή και ως προπόνηση HIIT ( High-Intensity Interval Training) είναι ιδιαίτερα δημοφιλής τα τελευταία χρόνια και έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών επιστημονικών ερευνών που εντοπίζουν τα οφέλη και τις ατέλειες αυτής της μεθόδου άσκησης.
Μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Frontiers in Physiology υποδηλώνει ότι η υψηλής έντασης διαλειμματική άσκηση (HIIT: Interval Training High-Intensity) είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος για τον περιορισμό του κινδύνου εμφάνισης διαβήτη τύπου 2 ανεξαρτήτως των επιπέδων της ινσουλινοαντίστασης (ένα βασικό προειδοποιητικό σημάδι για τον διαβήτη τύπου 2).
Όπως διαβάζουμε στο healthyliving.gr, μεγαλύτερη αντίσταση στην ινσουλίνη σημαίνει ότι το σώμα αρχίζει να μην ανταποκρίνεται στη δράση της ινσουλίνης, της ορμόνης που βοηθά το σώμα μας να επεξεργάζεται τη γλυκόζη. Αυτή η αποτυχία μπορεί να εξελιχθεί σε διαβήτη. Για να αποφευχθεί αυτή η εξέλιξη, τα άτομα με αντίσταση στην ινσουλίνη, καλούνται να αυξήσουν τη σωματική τους δραστηριότητα.
Όμως η άσκηση δεν λειτουργεί εξίσου καλά για όλους. Αυτή η διαφορά είναι γνωστή αλλά έχει διερευνηθεί μόνο σε άτομα που υποβάλλονται σε παραδοσιακά προγράμματα άσκησης αντοχής.
Η υψηλής έντασης διαλειμματική άσκηση, μια εναλλακτική λύση για τους διαβητικούς, τα τελευταία χρόνια έχει προσελκύσει το ενδιαφέρον των ερευνητών καθώς απαιτεί λιγότερο χρόνο και έχει αποδειχθεί ότι βελτιώνει τους δείκτες που σχετίζονται με την υγεία της καρδιάς.
Έτσι, ο καθηγητής Izquierdo και η ομάδα του θέλησαν να μάθουν αν ένα πρόγραμμα HIIT θα μπορούσε να βοηθήσει στη μείωση της γλυκόζης και της ινσουλίνης, άρα και στη μείωση του κινδύνου για ανάπτυξη διαβήτη τύπου 2.
Άλλα μέτρα όπως το βάρος, η αρτηριακή πίεση και η περιφέρεια της μέσης, τα οποία σχετίζονται με καρδιομεταβολικές παθήσεις παρακολουθήθηκαν επίσης στη μελέτη.
Σαράντα ενήλικες γυναίκες που διέτρεχαν κίνδυνο για σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2 υποβλήθηκαν σε πρόγραμμα 10 εβδομάδων με HIIT. Οι γυναίκες χωρίστηκαν σε δύο ομάδες με βάση το επίπεδο αντίστασης στην ινσουλίνη και συγκρίθηκαν οι αντιδράσεις τους απέναντι στο πρόγραμμα άσκησης.
Η υψηλής έντασης διαλειμματική προπόνηση προκάλεσε θετικές αλλαγές στις μετρήσεις της καρδιομεταβολικής υγείας σε όλες τις γυναίκες, ιδιαίτερα στην αρτηριακή πίεση, στα επίπεδα γλυκόζης και στα επίπεδα ινσουλίνης. Επίσης οι γυναίκες και στις δύο ομάδες έχασαν βάρος και σωματικό λίπος.
Το συμπέρασμα της μελέτης ήταν ότι η υψηλής έντασης διαλειμματική άσκηση βοηθά πιο πολύ τα άτομα με μεγαλύτερη αντίσταση στην ινσουλίνη.
Με βάση αυτό, οι συγγραφείς προτείνουν ότι η HIIT είναι ένα πολλά υποσχόμενο πρόγραμμα άσκησης που προσφέρει σε πολλούς ανθρώπους την ευκαιρία να βελτιώσουν την καρδιομεταβολική τους υγεία.
Αυτή δεν είναι η πρώτη μελέτη που έδειξε τα θετικά αποτελέσματα της HIIT. Το 2014 μια μελέτη που περιέλαβε άνδρες και γυναίκες με αντίσταση στην ινσουλίνη κατέγραψε μειώσεις 12-14% στη γλυκόζη νηστείας και μειώσεις 27-37% στην ινσουλίνη. Σε μια άλλη μελέτη το 2016 στην οποία συμμετείχαν διαβητικά άτομα τύπου 2 σημειώθηκαν οι εξής μειώσεις ύστερα από 16 εβδομάδες: 14% στη γλυκόζη νηστείας, 4 mmHg στην αρτηριακή πίεση, 2% στο βάρος, 4% στην περιφέρεια μέσης, και -πολύ σημαντικό- 19% στο υποδόριο λίπος.